Ἀχερόντειος

Ἀχερόντειος
Ἀχερόντειος
of Acheron
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Αχερόντειος — Ἀχερόντειος και ιος και ούσιος (θηλ. οντιάς και ουσιάς) (Α) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Αχέροντα …   Dictionary of Greek

  • Ἀχεροντείαν — Ἀχεροντείᾱν , Ἀχερόντειος of Acheron fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”